Θύτες και Θύματα

2020-04-18

Υπήρχε η αίσθηση μιας γλυκιάς αναμονής στον αέρα ή αναβολής ή επιφυλακής;  

Υπήρχε η αίσθηση μιας γλυκιάς αναμονής στον αέρα ή αναβολής; ή επιφυλακής;

Ανάλογα με το τι περίμενε ο καθένας από το μέλλον, ανάλογα με τις σκέψεις που έκανε και τη στάση που τηρούσε. Αισιόδοξη ή απαισιόδοξη! Πάντως η Μεγάλη Πέμπτη είχε φτάσει και είχε ξεσπάσει μεγάλη φασαρία σχετικά με την απαγόρευση της πασχαλινής εξόδου στα χωριά για τον εορτασμό του Πάσχα, την περιφορά του επιταφίου και τα ντελίβερι σχετικά με τη διανομή του Αγίου Φωτός στους πιστούς.

Τα δεδομένα στη ζωή μας είχαν χαθεί ή είχαν σοβαρά διαφοροποιηθεί!

Είχαν χαθεί οι μεθυστικές μυροβολιές από το στόλισμα του επιταφίου, η κατανυκτική περιφορά του στις γειτονιές, η γλυκιά αναμονή της Ανάστασης το βράδυ του Σαββάτου με ερεθιστικές μυρωδιές από κουλούρια, τσουρέκια και ψητά. "Αλλά αυτό ήταν το λιγότερο" σκεφτόταν η Φιλίτσα καθώς ζύμωνε τα τελευταία ψωμιά με μαχλέπι και μαστίχα. Φοβόταν μήπως πάψει να υπάρχει στη ζωή, πια, η κατάνυξη και η ευλάβεια που της έδινε στήριγμα, κουράγιο και ελπίδα να τα βγάζει πέρα. Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη κάπου να πιστεύουν για να γίνονται καλύτεροι, έστω, να αντέχουν με καρτερία τα βάσανα τους. Αυτή η τρυφερή αίσθηση της καρτερίας του γλυκύτατου Ιησου, της ελπίδας και σωτηρίας, που της έδιναν οι σκηνές από τα θεία πάθη πάνω στο δικό του σταυρό, την έκανε να συγκινείται και να ταυτίζεται με Αυτόν, αναμένοντας με λαχτάρα την Ανάσταση και την σωτηρία της Ψυχής. Ένιωθε βαθιά μέσα της ότι το θείο δράμα μπορούσε να δώσει κουράγιο, να καλμάρει τους φόβους και τη λύσσα των ανήμπορων ανθρώπων. Τώρα, όμως, με την καραντίνα που είχε επιβληθεί από την κυβέρνηση, φοβόταν μήπως έχανε τα τελευταία στηρίγματα της αισιοδοξίας και της γαλήνης της μαζί με την πίστη της και ας της έλεγε τα αντίθετα η Σταυρούλα, που πήγαινε στις ομάδες συμπαράστασης του δήμου, που τους μαθαίνανε διάφορα για την αντιμετώπιση της ισότητας των φύλων και το σταμάτημα της ενδοοικογενειακής βίας.

Εδώ και ένα μήνα, η Φιλιτσα κλεισμένη στο σπίτι με τον Βαγγέλη είχε φοβηθεί το μάτι της. Ο Βαγγέλης είχε χάσει οριστικά τη δουλειά του μιας και στη ταβέρνα όπου δούλευε σαν ψήστης, την είχε κλείσει η εφορία λίγες μέρες πριν την γενική απαγόρευση, για λόγους φορολογικούς, το αφεντικό είχε διώξει ολους τους εργαζόμενους και φυσικά δεν υπήρχει περίπτωση να την ανοίξει την επιχείρηση «μετά». Ετσι, ο Βαγγέλης βρέθηκε άνεργος, όχι επισήμως αφού δεν πήρε απόλυση στα χέρια, ούτε ήταν «σε αναστολή», αφου η επιχείρηση είχε κλείσει λίγο «πριν», ώστε να παίρνει και κανένα επίδομα. Ούτε και καινούρια δουλειά μπορούσε να βρει, αφου δεν κυκλοφορούσε κανένας, πουθενά. Μαράζωνε ενας αντρακλας δυο μέτρα στον καναπέ, ζάρωνε από ντροπή και όνειδος, μια βουερή οργή έβγαινε από μέσα του, για την ανικανότητα του να τα βγάλει πέρα. Όχι ότι πριν την καραντίνα τα κατάφερνε πολύ καλά. Αλλα τουλάχιστον προσπαθούσε. Τώρα ούτε αυτό !

Δεν άντεχε το περιφρονητικό βλέμμα της Φιλιτσας και με την παραμικρή κουβέντα την στρίμωχνε στον τοίχο, την τράβαγε, της εστριβε το χέρι μέχρι να φωνάξει από το πόνο και να κατεβάσει το βλέμμα, που η άτιμη δεν κατέβαζε, αλλα γινόταν ολο και πιο σκοτεινό και εκδικητικό. Και ακόμα κι αν την πόναγε όχι μόνο το χέρι της αλλά και το πράμα της, από την επιθυμία, αυτόν δεν τον ήθελε μέσα της. Δεν τον μισούσε γιατί απέτυχε, τον μισούσε γιατί παραδόθηκε, πριν προσπαθήσει να αναμετρηθεί, όχι με τα αφεντικά, αλλα με τη ζωή, με το μποϊ του και το φιλότιμο του! Στους νικημένους ανήκει μια τιμή. Οι φοβισμένοι μπουνταλάδες, οι δειλοί κιοτήδες που συνθηκολόγησαν πριν πολεμήσουν, είναι αντιπαθητικοί.... τα κουτσαβάκια της σειράς....έλεγε, έλεγε.... από μέσα της η Φιλιτσα, βράζοντας στο ζουμί της.

Πίνουν μπύρες και ροχαλίζουν μπροστά την ανοιχτή τηλεόραση και δεν νοιάζονται για τίποτα πια, ζούνε παρασιτικά από τα μεροκάματα των γυναικών τους, ανήμποροι, μαδημένοι και ανόρεχτοι. Ήξερε πόσο καίρια και αποφασιστική μπορούσε να γίνει η εκδίκηση της απέναντι στον Βαγγέλη, τσακίζοντας τον αντρισμό του και πόσο πιο βίαιος να γίνει αυτός την άλλη μέρα. Γιατί αφού δεν είχε και πολλά μετάλλια ανδρείας, έξω από αυτό που είχε εκ γενετής στο βρακί του, αφού αυτό του απέμενε ολο κι ολο, δεν θα του το καταργούσε αυτή η σκρόφα. Θα την βίαζε και σήμερα και αύριο και οποτε του έκανε κέφι γιατί έτσι μόνο ένιωθε ζωντανός. Η ζωή στην στοιχειώδης της έκφραση, δηλαδή!

Αυτή, αν και εβραζε από το θυμο της ταπείνωσης, στην πραγματικότητα ούτε τον υπολόγιζε ούτε τον φοβόταν. Είχε και τα κορίτσια μαζί της. Είχε στήσει τις συμμαχίες της. Οι αδύναμοι εναντίον των πιο αδύναμων, ανεξαρτήτως φύλου και φυλής. Το δικό της δυναμικό πρότυπο τις έκανε και κείνες κυριαρχικές και ανεξάρτητες. Της είχανε πει, ότι αν τολμούσε να της κάνει κακό, θα τον σκότωναν με το βαρύ τηγάνι, καθώς παραμόνευσαν τρέμοντας από το φόβο πίσω από την πόρτα της κουζίνας. Και ποτέ μα ποτέ δεν θα διάλεγαν έναν άντρα σαν τον πατέρα τους. Τον είχαν ήδη κι αυτές αποκεφαλίσει μέσα τους! Αχ έρμε Βαγγέλη! Ποιος το θύμα, ποιος ο θύτης! Τα κορίτσια του προτιμούσαν χίλιες φορές εκείνα τα ξερακιανά χλωμά εφηβάκια, που έβλεπαν στην καφετέρια, έτσι αδύναμα και ευνουχισμένα από δυνατές μαναδες με τα ξεπετσιασμένα χέρια από τις χλωρίνες και τα απορρυπαντικά, με κατσιασμένους πατεράδες από την ανεργία, την αποχαύνωση της τηλεορασης, την απαξίωση και την συντριβή....

Δεν ήξερε πια κανένας ποιος είναι τι, σε ποιο φύλο ανήκει, με ποιο φύλο θέλει να ζευγαρώσει, ούτε πόσα φύλα, φυλές και ανθρώπινα σόγια υπήρχαν. Ολοι και όλα ήταν μπερδεμένα, όχι ξεκάθαρα όπως παλιά. Κανείς δεν ήξερε να πει ποιος πραγματικά ήταν, ούτε τι επρεπε να κάνει, ούτε τι ηρωες να ακολουθήσουν σαν πρότυπα τους στη ζωή, ούτε οι ίδιες ποιες γυναίκες να γίνουν και πώς να μεγαλώνουν τα παιδιά τους. Πολλές γενιές ανθρώπων συφοριασμένες, μπερδεμένες, ακαθοδήγητες, να πέφτουν πάνω στα βράχια της ματαίωσης, της εσωτερικής συντριβής, του φόβου, του μίσους, της σύγχυσης. Όλα άλλαζαν, αλλα ακόμη.... δεν είχαν αλλάξει εντελώς.

«Οι ενέργειες είναι ρευστές, υπάρχει αλλαγή της πολικότητας των ενεργειών μεταξύ των δυο φύλων» πάσχιζε να της εξηγήσει η Σταυρούλα που είχε προσχωρήσει σε θεωρίες της Νέας Εποχής και μετεφραζε άλλα αντ' αλλων και όπως τα καταλάβαινε η ίδια τα νέα σύμβολα, τα νέα δόγματα και τις νέες συμπεριφορές. Δεν της έδινε και πολύ σημασία η Φιλίτσα, της αρκούσε να ξέρει ότι αν τα πράγματα ξεφευγαν εντελώς, θα μπορούσε να κοιμηθεί σπίτι της, μαζι με τα κορίτσια, κι ας έλεγε εκείνη η κοκκινομάλα καλλονή στα σπότ της τηλεορασης «ότι αν υφίστασαι βία στο σπίτι, δεν είσαι μόνη... είμαστε εμείς εδώ για σένα... μένουμε σπίτι δεν σημαίνει υπομένουμε τη βία, δεν σημαίνει μένουμε σιωπηλές...» Να την πιστέψει; Τι ηξερε αυτή από βία; Βία που είχε υποστεί ο Βαγγέλης, βία που είχε υποστεί αυτή, βία που είχαν υποστεί τα κορίτσια της, ολοι οι συγγενείς και οι φίλοι, και που δεν ήταν μόνο βια ενδοοικογενειακή και δεν θα τελείωνε με την λήξη των απαγορεύσεων.

Ηταν ενός αλλου είδους βία, αυτής μέσα στη επιδημία! Ηταν βία κοινωνική, βία ψυχολογική, βία για την οποία υπεύθυνοι είμαστε ολοι, γιατί το προσωπικό, το οικογενειακό, το κοινωνικό, το πανανθρώπινο ήταν συνδεδεμένα πια, όλα σε ένα, και ας μην ήταν μόνο καλό ή μόνο κακό αυτό το συνδεδεμένο Ολο! Μια κουτσουρεμένη ζωή είτε είναι μέσα στο σπίτι είτε έξω κάνει τους ανθρώπους να φαίνονται μπασμένοι και λιγότεροι, από αυτό που η φύση τους έχει προορίσει. Ανθρωπάκια που τα καταπίνουν οι ιοί. Χάθηκαν οι αντιστάσεις, τα σχήματα, τα αρχέτυπα, οι ηρωες και τα ινδαλματα μέσα στην ύφανση μιας νέας κοινωνίας, μιας νέας ανθρωπότητας που όλα τρέχουν τόσο γρήγορα που οι αισθήσεις και τα μυαλά των ανθρώπων δεν προλαβαίνουν να συγκρατήσουν, να αξιολογήσουν και να οικειοποιηθούν. Όλα θολα, ρευστά και εναλλασσόμενα χωρίς να αφήνουν αποτύπωμα. Αλλαγές στην επικοινωνία, αλλαγές στις σχέσεις, αλλαγές στα πρότυπα και τις συμπεριφορές, ταχύτητα στα ταξίδια, ταχύτητα στη διάδοση των πληροφοριών, όλα τόσο γρήγορα, ώστε να μην μπορείς να συγκρατήσεις τίποτα, μέχρι να στουμπώσεις, όλα στο κεφάλι μας να γίνονται ενας πολτός.

Όταν χάνεται η διάκριση, η καθαρότητα του νου, μπορεί η σύγχυση και η τρικυμία εν κρανίω να οδηγεί σε χειρότερες καταστάσεις από το φόβο και από την υποταγή. Γιατί και ο δούλος καποτε μπορεί να επαναστατήσει. Αλλα ο παραζαλισμένος μπορεί και ποτέ να μην καταλάβει τι του συμβαίνει. Και άρα ο πόλεμος σήμερα δεν κρίνεται με τα οπλα και πως θα κρατήσεις δέσμιους τους δούλους, αλλα με ποιες και με πόσες πληροφορίες μπορείς να διαδόσεις για να ελέγξεις τα μυαλά τους. Βομβαρδισμός πληροφοριών, λοιπόν! Οποιος προλάβει να καταλάβει, κατάλαβε, ανεβαίνει πίστα δυσκολίας. Οι υπόλοιποι περιττοί. Στην καλύτερη περίπτωση αιχμάλωτοι, απενεργοποιημένοι! Απο τον ίδιο τους τον εαυτό!

Και ενώ οι ιδιοι οι δούλοι μπορεί να είναι σήμερα τυπικά ελεύθεροι, να πίνουν μπύρες, να επιλέγουν κανάλια και να ροχαλίζουν μπρος στην ΤV, ο φόβος μπορεί να απλώνεται σαν ζελέ στα μυαλά τους, να τους κρατάει αιχμάλωτους, να μη θέλουν ούτε να απελευθερωθούν, ούτε να ζήσουν, ούτε καν να καταλάβουν τι συμβαίνει και να προσπαθήσουν, έτσι για κάτι λίγο... για κάτι άλλο διαφορετικό... για μια νέα γνωριμία με τον εαυτό... ένα φλέρτ με τη ζωή και την Υπαρξη. Τη δική του ο καθένας. Και συνολικά. Και το νόημα που έχει η ζωή αφεαυτής ή αυτό που μπορείς εσύ ο ίδιος να της δώσεις! Όταν δεν ελπίζεις σε τίποτα, δεν έχεις όραμα. Δεν κάνεις σχέδια. Αφήνεις τους αλλους να κάνουν για σένα. Και κατά κανόνα οποιος δεν επιλέγει πρώτος η αφήνει τους αλλους να το κάνουν για λογαριασμό του, παιρνει τα ρετάλια και τα ξέφτια της ζωής. Αυτό πονάει, ομως! Τότε ακριβώς χρειάζεται να εφεύρεις τα δικά σου μοτίβα ζωής, να δημιουργήσεις τα δικά σου πρότυπα και ιδανικά που θες να ακολουθήσεις, να φτιάξεις εσύ ο ίδιος τη δική σου όμορφη ζωή. Δεν υπάρχει πατρόν. Δεν υπάρχει αφέντης, δάσκαλος, ηγέτης ή καθοδηγητής. Ολοι μαζί, είμαστε μόνοι μας.

Δόγματα και κυβερνήσεις καταρρέουν. Οικονομικά συστήματα καταρρέουν. Ολόκληρος ο μέχρι τώρα γνωστός πολιτισμός καταρρέει, χωρίς να εχει υπάρξει μια νέα κυανοτυπία, που να αχνοφαίνεται κάτω από τα ερείπια ή να ανεμίζει στον αέρα σαν λάβαρο και να εμπνέει. Δεν υπάρχει τίποτα και όλα είναι δυνατά. Ολα μπορούν να συμβούν. Ας πάρει ο καθένας ότι του αναλογει. Οποιο επαθλο αναλογεί στη προσπάθεια του. Ας μην περιμένει μια καλυτερη ευκαιρία, αργότερα, αύριο.... ενώ η ζωή κυλάει. Το μόνο που δεν γίνεται είναι να πάψει η Ζωή να υπάρχει μέσα στο δικό της χρόνο, στη δική της υπόσταση, με τα δικά της πλάνα. Τα μόνα που έχει ο καθένας για να επιβιώσει είναι η Σοφία, αν έχει προφτάσει να την καλλιεργήσει στη προηγούμενη ζωή του, η Αγάπη στην οποία έχει παραδώσει ή στερήσει στην καρδιά του και η Πρόθεση του να ζήσει και να τιμήσει την Υπαρξη με κάθε τρόπο, απ' αυτούς που μας εχει εκχωρήσει, μέχρι στιγμής, είτε η Ζωή είτε ο θάνατος. Ανάλογα με το αν υπάρχει μέσα μας η αίσθηση μιας γλυκειάς αναμονής, μιας θανατηφόρου αναβολής ή, ακομα χειρότερα, του φόβου και της αμαχητί παράδοσης, που προηγείται του φυσικού θανάτου, λόγω της ασταμάτητης εξάπλωσης του ιου! 

Λένα Μόραλη

© 2020 "Εσωτερικοί Διάλογοι". Διατηρούνται όλα τα δικαιώματα.
Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε